Το Ορθόδοξο Παρίσι...


Μια χούφτα Ρώσοι εμιγκρέδες κυνηγημένοι από το πραξικόπημα των Μπολσεβίκων. Έφτασαν στο Παρίσι τη δεκαετία του '20. Από διαφορετικούς ο καθένας δρόμους και διαφορετικούς ενδιάμεσους σταθμούς.
Το πρώτο που έκαναν, ήταν να χτίσουν μιαν εκκλησιά. Μικρή, ταπεινή, άλλα ορθόδοξη: μπαίνεις, ακόμα σήμερα, και νομίζεις ότι βρίσκεσαι στο Αγιονόρος. Δίχως ηλεκτρικό, μόνο κεριά και καντήλια, εικόνες μόνο βυζαντινές (στη ρώσικη τεχνοτροπία), όχι θρησκευτική ζωγραφική, όχι ευρωπαϊκές απομιμήσεις. Ατμόσφαιρα κατάνυξης ανθρώπινης κοινότητας, κοινωνίας προσώπων.
Γύρω από την εκκλησιά, σε φτωχικά παραπήγματα, έστησαν μια θεολογική σχολή. Αυτό το ξεχωριστό, το αποκλειστικά δικό τους, είχαν να προσφέρουν στην Ευρώπη: Θεολογία.

Τη σχολή την επάνδρωσε η πρώτη ομάδα εμιγκρέδων - όλοι σχεδόν σπουδαγμένοι σε άλλες επιστήμες: Ο Σέργιος Μπουλγκάκωφ, καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας - στο Παρίσι ιερέας και καθηγητής της Δογματικής. Ο Γεώργιος Φλωρόφσκυ καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οδησσού – στο Παρίσι ιερέας και καθηγητής Πατρολογίας. Ο Βασίλειος Ζενκόφσκυ, καθηγητής Φιλοσοφίας και Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κιέβου - στο Παρίσι ιερέας και καθηγητής της Φιλοσοφίας στην καινούργια σχολή. Ο Κασσιανός Μπεσομπράζωφ, καθηγητής της 'Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Τασκένδης - στο Παρίσι επίσκοπος και Κοσμήτορας της θεολογικής σχολής. (…) Νεώτερος ό Βλαδίμηρος Λόσκυ, έφτασε εικοσάχρονος στο Παρίσι, σπούδασε μεσαιωνική φιλοσοφία, αναδείχθηκε ο σημαντικότερος συστηματικός θεολόγος της διασποράς.
Από αυτούς τους ανθρώπους και τα φτωχικά παραπήγματα της σχολής τους ξεκίνησε κάτι σαν επανάσταση: Οι κυνηγημένοι ρώσοι μετανάστες κόμισαν στην Ευρώπη όχι μιαν επιμέρους θεολογική-εκκλησιαστική παράδοση, ιδεολογικά «ορθοδοξότερη» ή βιωματικά πιο «πνευματική», πιο «μυστική». Όχι. Η εκρηκτική τους συμβολή ήταν ότι αντέταξαν στο ευρωπαϊκό αδιέξοδο ρεαλιστική πρόταση ζωής, πρόταση υπαρκτικού νοήματος - ξανάδωσαν σάρκα ζωής στη σκελεθρωμένη γλώσσα του θεολογικού ακαδημαϊσμού και ηθικισμού. Και η περιθωριακή τους παρέμβαση λειτούργησε με τη δυναμική του «κόκκου της σινάπεως», του ελάχιστου σπέρματος του ικανού να τινάξει και βράχο (…)

Η σύγκριση της ρωσικής με την ελληνική παρουσία στο Παρίσι ήταν τραγικά οδυνηρή: Οι Έλληνες μετανάστες δεν είχαν ποτέ διερωτηθεί -ούτε ως σήμερα υποψιάζονται- τί το ξεχωριστό, το αποκλειστικά δικό τους είχαν να κομίσουν στην Ευρώπη, ποια πρόταση, ποια δυναμική ετερότητα θα τους καθιστούσε ενεργητικά μετόχους στα ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Όσοι Έλληνες διανοούμενοι βρέθηκαν στα Παρίσι, από την επoχή ακόμα του Κοραή και του Ψυχάρη ως τη γενιά του Σβορώνου, του Καστοριάδη, του Αξελού, του Πουλαντζά, του «Ιάνη» Ξενάκη, πάσχιζαν για την ταχύτερη δυνατή εξομοίωση τους με τους γάλλους ομολόγους τους, λογάριαζαν επιτυχία τον πιθηκισμό και τη μίμηση της επιχώριας διανόησης και των προβληματισμών.
Οι υπόλοιποι, ή μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινότητας του Παρισιού -πάμπλουτοι επιχειρηματίες, έμποροι, εφοπλιστές, παλαιοί αριστοκράτες της Πόλης ή άλλων μεγαλοαστικών κέντρων του βαλκανικού, μικρασιατικού και αιγυπτιακού Ελληνισμού- συντηρούσαν μια συμπτωματική ελληνικότητα γραφικών παραδόσεων και ευκαιριών κοσμικής συναναστροφής. Είχαν χτίσει, από τις αρχές του αιώνα, μιαν επιδεικτικού πλούτου εξευρωπαϊσμένη εκκλησιά στην πιο αριστοκρατική συνοικία του Παρισιού. Εκεί η λατρεία -με πολυφωνική χορωδία πληρωμένων γάλλων τραγουδιστών της όπερας ήταν μόνο θρησκευτική παράσταση και αφορμή συνεύρεσης της «καλής κοινωνίας»...

Χρ. Γιανναρά, Τα καθ' εαυτόν
Εκδόσεις Ίκαρος

0 Comments:

Post a Comment