Όταν έμαθε ο παπά Μηνάς την ελληνική διάλεκτο, εις άλλο τι δεν καταγίνετε, παρά εις το να διαβάζει λόγους θεολογικούς και νηπτικούς των αγίων Πατέρων. Καθώς δε διάβαζε βίους Αγιορειτών Πατέρων, αρπάζετε τελείως ο νους του μακράν απο κάθε γήινο φρόνημα και εισέδυεν εις τον έβδομο ουρανό. Ό δε Γέρο Ονούφριος τον έβλεπε και του πρότεινε ερωτήσεις. Ή απάντησης του όμως ήτο: «Δεν δύναμαι να σου απαντήσω».


Μίαν ημέρα ενώ έτρωγαν, ο παπά Μηνάς άφησε το χουλιάρι (κουτάλι) σιωπών, διότι αρπάγη ο νους του εις ύψη ουράνια. Μόλις επανήλθε, με δάκρυα εις τούς οφθαλμούς και με άκραν ευλάβεια τον ρώτησε ο Γέρο Ονούφριος λέγων: «-Γέροντά μου, γνωρίζεις πολύ καλά, ότι ή Πορταΐτισσα με έφερνε εις τας χείρας σου. Σε παρακαλώ λοιπόν πολύ, δίδαξαν με και είπε μοι λόγο Θεού, διά να έχων τους λόγους σου παρακαταθήκη εις τον βίον τούτον, όπου είναι θλίψις και στενοχώρια».


Βλέπων ό παπά Μήνας την ευλάβεια του και τας δάκρυα, αν και τον γνώριζε από καιρόν δια το έπακρον της έκκοπής του θελήματος και φρονήματος, άνοιξε το στόμα του και με ταπεινή φωνή άρχισε να τον διδάσκει:

«-Γέρο Ονούφριε, ή Μοναχική Πολιτεία είναι αγγελική. Ό δε Μοναχός αν και φέρει σώμα υλικό, αξιούται να είναι επίγειος άγγελος δια της διδαχής των προηγουμένων ημών πατέρων και του παραδείγματος αυτών, ενθυμούμενος ενθυμούμενος ώρα προσευχής ή και φαγητού εις ποίον ύψος ήτο και που εξέπεσαν δια τής παρακοής.


» Οφείλει ό Μοναχός να είναι ενθυμούμενος υψηλοτάτη θεωρία, ή οποία λέγεται υπερκόσμιος και γεννάται από την αγάπη του Θεού. Φθάσας δε εις τον θείον έρωτα ό νους του δεν αναπαύεται εις τον εδώ κόσμο, άλλα θέλει να συναναστρέφεται με τους υπερουρανίους Νόας ευχαριστών και δοξολογών τον Τρισυπόστατο Θεό, ό οποίος είναι έγκάτοικος τής καρδίας του. Εις την ουράνιο αυτήν θεωρία, άλλου Μονάχου ό νους μένει ημέρας ολοκλήρους, άλλου δε μένει τόσον, όσον διαρκεί μία ριπή οφθαλμού».

«-Γέροντά μου, σε παρακαλώ, δίδαξαν με, τί εστί αρπαγή νοός και πώς γίνεται;», είπε ό Γέρο Ονούφριος.

«- Ό Μοναχός - συνέχισεν ό παπά Μηνάς - όταν ύπάγη εις το Μοναστήριον, πρέπει να σκεφθή ότι είναι ουδέν και ότι εκείνος, εις τον όποιον θα ύποταχθή, είναι αντιπρόσωπος του θεανθρώπου Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και οφείλει να υπάκουη εις τας συμβουλάς του.


» Βλέπεις, τί άπήλαυσεν ό απόστολος Πέτρος με την υπακοή όπου έκαμε εις τον Δεσπότη Χριστό, ό όποιος του είπε να ρίψη πάλιν τας δίκτυα εις την λίμνη; "Διδάσκαλε, είπε, δεν πιάσαμε όλη την νύκτα τίποτε, αλλά υπάκουων εις το πρόσταγμά σου ρίπτω το δίκτυον". Και ή υπακοή του, ή οποία είναι θυγατέρα τής ταπεινοφροσύνης, έπιασε πλήθος ιχθύων. Ούτω και ό υποτακτικός, εάν θέλει να γευθή αρπαγής νοός και να συνδιαιτάται με τας ύπερκοσμίους Ιεραρχίας, πρέπει να υπάκουη εις τον Πνευματικόν του Πατέρα και όδηγόν, εις τον όποιον ό Θεός ενεπιστεύθη την ψυχή του.

» Ό υποτακτικός δια της υπακοής αποκτά πρώτον καθαρά καρδία δια των δακρύων, φθάνων και εις αυτά τα δάκρυα της χαράς και αγαλλιάσεως, και επιθυμεί ή ψυχή του άκροτάτην ησυχία. Ό Πνευματικός του οδηγός εννοεί νοερώς, ότι ό υποτακτικός του αφήρεσαν το "διατί έτσι κι όχι αλλιώς", τον βλέπει να διψά ωσάν ελάφι, και παρακαλεί τον πανάγαθο Θεό να του φωτίσει τον νους, ό όποιος είναι ή δύναμις της ψυχής, και να δωρίσει εις αυτόν το ωφέλιμο.


» Ευρισκόμενος ό υποτακτικός μέσα εις την εκκλησία κατά την ώραν τής φρικτής μυσταγωγίας ακούει από τους ψάλλοντας το: "Άγιος ό Θεός... ", και αισθάνεται ότι ή ψυχή του είναι εντός εις το σώμα, ό νους όμως είναι άνενέργητος διά κάθε γήινο πράγμα και γίνεται ώσάν το νερό. Μένει εκστατικός, βλέπει όλη την κτίσιν εν τη φύσει της, και ενεός ό νους ακούει με τας ώτα τής ψυχής τα δόμενα άσματα ενθυμούμενος την εκκλησία. Ακούει συνάμα και φωνάς άγγελικάς ύπερμυριάδας άδουσας ομού με την στρατευόμενη Εκκλησία τον Τρισάγιο Ύμνο. Ή ψυχή σκιρτά και άγάλλεται, ό νους ηδύνεται εις τας θεωρίας αυτάς, βλέπει τας πάντα και δεν θέλει να κατέλθει εις την γήν όλως διόλου, αλλά ακούει τους ιεροψάλτες να ψάλλουν: "Οι τας Χερουβίμ μυστικώς είκονίζοντες...".


» Αυτή είναι ή πρώτη δωρεά του τελείου υποτακτικού. Τον βλέπει ό Γέροντάς του, τον βλέπουν οι συνασκούμενοι αδελφοί και πατέρες και θαυμάζουν, πώς ήξιώθη τοιαύτης αρπαγής του νοός. Ή αρπαγή του νοός όταν αρχίζει να γίνεται, επιθυμεί ό αξιωθείς ταύτης να εύρη τοιαύτης ησυχία, ώστε να μη τον ανησυχεί ούτε το φύλλον τής λεμονέας, όπου ευρίσκεται έξωθεν του παρεκκλησίου μας, τής Μεταμορφώσεως.


» Βλέπεις τον άγιο Γρηγόριο τής Θεσαλονίκης, τον Παλαμά, τί έκαμνε; Μετά την θείαν Λειτουργία τής Κυριακής, όπου έγίνετο εις το Μοναστήριον τής Μεγίστης Λαύρας μετ' Αγρυπνίας, άνεχώρει. Δεν ελάμβανε μαζί του ουδέν, ούτε ψωμί, ούτε νερό, και μετέβαινε εις το Κάθισμα του άγιου Σάββα, το όποιον αργότερο ωνομάσθη "Κάθισμα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά". Εκεί ησύχαζε όλη την εβδομάδα δίδοντας τον νουν του εις την θεωρία. Εις άλλο τι δεν ενετρύφα όλος ό εσωτερικός του άνθρωπος, παρά μόνον εις το κάλλος του Θεού.


» Κατήρχετο δεν ό Άγιος εις το Μοναστήριον και το πρόσωπον του ητο όλολαμπές. Τον έβλεπαν οι πατέρες μας και χαίροντες έλεγαν ό εις εις τον άλλον: "Βλέπετε τους καρπούς της υπακοής; Βλέπετε τούς καρπούς τής έκκοπής του θελήματος και φρονήματος; Αυτός άρχων ων τής Κωνσταντινουπόλεως δεν επήγε να εύρη άνθρωπο τής θύραθεν κοσμικής παιδείας, αλλά εύρήκε Γέροντα γυμνό τής έξω σοφίας, ενδεδυμένο όμως την εσωθεν θεϊκή σοφία, ή οποία είναι ή καρδιακή προσευχή. Ούτε σταγόνα ύδατος δεν έβαζε εις τας χείλη του να δροσίσει την γλώσσα του, άνευ τής άδειας του πνευματικού του οδηγού. Τί ήξιώθη; Ήξιώθη να τρώγει άρτο Αγγέλων, τον όποιον επιθυμεί κάθε άνθρωπος. Και ποίος είναι ό άρτος Αγγέλων; Είναι το γλυκύτατο όνομα του Δεσπότου Χριστού, είναι ή καρδιακή προσευχή, ήτοι ή ευχή: "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον ημάς".

» Ούτως ό άγιος Γρηγόριος με το παράδειγμά του, την μυστική εργασία του και την καρδιακή προσευχή του έτρεφε όλους τούς πατέρας, οι όποιοι τον πλησίαζαν. Πολλοί δεν άρχισαν να τον μιμούνται».

ΒΙΒΛ. ΙΕΡΟΜ. ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΟΥ. ΓΕΡΟΝΤΙΚΑΙ ΕΝΘΥΜΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ. ΕΚΔΟΣΗ Ι.Μ. ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑΣ. ΜΩΛΟΣ ΛΟΚΡΙΔΟΣ.

http://apantaortodoxias.blogspot.com/2011/09/blog-post_20.html

0 Comments:

Post a Comment