Το λιοντάρι του Οσίου Γερασίμου


Οικοδομώντας ο Όσιος Γεράσιμος περί τα τέλη του 4ου αιώνα μεγίστη Λαύρα, που απείχε περίπου ένα μίλι από τον Ιορδάνη ποταμό, η φήμη της αρετής και της ενθέου βιωτής του, είλκυσε από πολλούς τόπους μοναχούς που ασκούντο υπό την πνευματική καθοδήγησή του. Από τον θαυμαστό βίο του, που συνέγραψε ο Συναξαριστής του Οσίου, αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του άγριου λέοντα που υπετάγη και αυτός, υπηρετώντας τον Όσιο, ακολουθώντας αυτόν, ακόμα καί όταν εκοιμήθη...
Τούτος ο λέων ζούσε στην έρημο του Ιορδάνου και όταν πρωτοσυνάντησε τον Άγιο Γεράσιμο στην όχθη του ποταμού, άρχισε να φωνάζει δυνατά και να ωρύεται από τους πόνους, διότι είχε μπει στο πόδι του ένα αιχμηρό κομμάτι από καλάμι και του προξενούσε ανυπόφορο πόνο. Ο Όσιος τότε σπλαχνίσθηκε το θηρίο, και προσφέρθηκε να το θεραπεύσει, ανασηκώνοντας το πόδι του, που είχε ήδη πρησθεί από την φλεγμονή και έβγαλε με προσοχή τον κοφτερό καλάμι. Αμέσως τότε έπαυσε ο πόνος και ο λέων έγινε ήμερος σαν πρόβατο, μεταβάλλοντας την αγριότητά του καί ακολουθώντας τον Άγιο. Από τότε όπου μετέβαινε εκείνος, ακολουθούσε και ο λέων.
Το εκπληκτικό καί θαυμαστό της υποθέσεως είναι ότι επειδή η Λαύρα ήταν κοντά στον Ιορδάνη ποταμό, υπήρχε ένας όνος που μετέφερε στο Κοινόβιο το νερό που χρειαζόντουσαν οι Πατέρες. Ο Όσιος τότε ανέθεσε στον λέοντα να φυλάγει τον όνο, που τον εμπιστεύθηκε πλέον στο θηρίο σαν να ήταν μικρός βοσκός που φύλαγε το πρόβατο! Επί πολύ καιρό λοιπόν, ο λέων έφερε εις πέρας αυτό το «διακόνημα», ακολουθώντας τον όνο και προστατεύοντας αυτόν, άλλοτε καθήμενος κοντά του και άλλοτε βλέποντας τις οδούς όταν έβοσκε ο όνος. Όμως, μία ημέρα, ο ύπνος κατέβαλε τον λέοντα και ο όνος καθώς έβοσκε απεμακρύνθη, με αποτέλεσμα κάποιοι διερχόμενοι Άραβες έμποροι να τον κλέψουν. Όταν ξύπνησε ο λέων, αναζητούσε τον όνο και αφού δεν τον βρήκε, επέστρεψε στην Λαύρα λυπημένος, έχοντας κατεβασμένο το κεφάλι.
Όταν τον είδε ο Όσιος σκυθρωπό χωρίς τον όνο, υποπτεύτηκε τον λέοντα ότι επανήλθε στην πρότερη φύση του και έφαγε τον όνο. Έτσι, απεφάσισε να τον ταπεινώσει, αναθέτοντας σ’ αυτόν το διακόνημα του αχθοφόρου που θα μετέφερε το νερό από τον ποταμό. Στον λέοντα τότε φορτώθηκαν τα αγγεία και μετέφερε για αρκετό χρονικό διάστημα αόκνως και ευχαρίστως το νερό των αδελφών. Μετά την πάροδο του χρόνου, έτυχε οι Άραβες που είχαν κλέψει τον όνο, να διέρχονται από την όχθη του Ιορδάνη, έχοντας μαζί τους και τον κλεμμένο όνο, πηγαίνοντας προς τα Ιεροσόλυμα. Συνέβη τότε ο λέων της Λαύρας να βρίσκεται στον ποταμό για να φέρει νερό στους μοναχούς. Αναγνωρίζει τότε από μακριά τον όνο και ευθύς μεταβάλλεται σε πραγματικό λέοντα, ορμώντας βρυχώμενος κατά των κλεφτών που τρομοκρατημένοι απομακρύνθηκαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Τότε ο λέων αρπάζει το σχοινί του όνου και τον σύρει μέχρι την Λαύρα, δείχνοντας με διάφορα παιχνιδίσματα τη χαρά του! Μόλις ο Όσιος Γεράσιμος είδε το θαυμάσιο τούτο γεγονός, τον απάλλαξε από αυτή την αγγαρεία και πρόσταξε να την αναλάβει ο όνος, όπως παλιά, δίνοντας και το όνομα «Ιορδάνης» στον λέοντα, που από τότε θα ζούσε απαλλαγμένος από το άδικο «επιτίμιο».
Ύστερα από τρία χρόνια ο Όσιος Γεράσιμος εκοιμήθη εν Κυρίω. Την ημέρα της αποδημίας του, ο «Ιορδάνης» κατ’ οικονομίαν Θεού, δεν ήταν στη Λαύρα όταν ετάφη ο Όσιος και μόλις επανήλθε μετά από λίγες ημέρες, τον ζητούσε επίμονα. Ο αββάς Σαββάτιος και οι άλλοι Πατέρες προσπαθούσαν να παρηγορήσουν, χαϊδεύοντας τον λέοντα που δεν ελάμβανε τροφή και συνεχώς έστρεφε τα βλέμματα γύρω του, δείχνοντας την λύπη που αισθανόταν, αναζητώντας τον Γέροντα. Τότε ο αββάς Σαββάτιος πήρε τον λέοντα και τον πήγε στο τάφο του Οσίου, που ήταν μισό μίλι πέραν της Εκκλησίας. Ο αββάς έβαλε μετάνοια στον Γέροντα και ευθύς ο λέων έκαμε και αυτός το σχήμα την μετανοίας και έμενε εκεί, πάνω από τον τάφο, έχοντας κατεβασμένο το κεφάλι του, μέχρι που απέθανε επάνω από τον τάφο, θέλοντας με τον τρόπο αυτό ο Θεός να δοξάσει τον Όσιο για την αγία ζωή του.
σ.α.

0 Comments:

Post a Comment